Το «Πορφυρένιο δάκρυ» είναι το νέο μυθιστόρημα της Ελένης Συράκη, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Έξη και μεταφέρει τον αναγνώστη στις θάλασσες του Πόντου και τις ελληνίδες πόλεις της Κριμαίας, μέχρι τη Βασιλεύουσα κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα.
Το «Πορφυρένιο Δάκρυ» αναφέρεται στον 14ο αιώνα και αποτυπώνετε πραγματολογικά στοιχεία μιας άλλης εποχής. Ποια ήταν η μεθοδολογία της έρευνας που ακολουθήσατε και πώς επιλέξατε τις πηγές σας;
Το έναυσμα για τη συγγραφή του βιβλίου μου ήταν η έρευνα μου για τη συγγραφή του δεύτερου βιβλίου μου «Θυμήσου να ζήσεις».
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Χίο, ένα νησί που η κοινωνική του διαστρωμάτωση διέφερε από των άλλων περιοχών της πατρίδας μας. Υπήρχε μια κατηγορία ανθρώπων που ξεχώριζαν, χωρίς να κάνουν καμιά ιδιαίτερη προσπάθεια. Ο τρόπος που βάδιζαν, που μιλούσαν, που χειρονομούσαν, που ντύνονταν, έκαναν την παρουσία τους αισθητή και καταλάβαινες πως διέφεραν από τους απλούς ανθρώπους, χωρίς να κάνουν καμιά ιδιαίτερη προσπάθεια. Αυτοί οι άνθρωποι, διαβιούσαν σε μεγάλα πολυτελή σπίτια, ήταν κάτοχοι τεράστιων εκτάσεων, ήταν πολύγλωσσοι, περνούσαν μεγάλο μέρος του χρόνου τους στην Ευρώπη και τα ονόματα τους τα συναντούσαμε συχνά στα βιβλία της ιστορίας, σε εντοιχισμένες πλάκες ευαγών ιδρυμάτων, στις κοσμικές στήλες των εφημερίδων και των περιοδικών. Η παρουσία τους απέπνεε μια αύρα κοσμοπολίτικου πολιτισμού, μυστηρίου και έμφυτης ευγένειας.
Με το παιδικό μυαλό μου πίστευα πως έτσι ήταν όλες οι κοινωνίες. Πως παντού υπήρχαν οι πατρίκιοι και οι πληβείοι. Όταν μεγάλωσα και άνοιξα τα φτερά μου για αλλού, κατάλαβα πως αυτό δεν συνέβαινε πουθενά αλλού. Τότε άρχισα να αναρωτιέμαι πως βρέθηκε όλο αυτό το αρχοντολόι στη Χίο.
Η έρευνα μου άρχισε από τη βιβλιοθήκη Χίου «Αδαμάντιος Κοραής». Έμεινα έκπληκτη και σχεδόν θύμωσα για την άγνοια που επικρατούσε, όταν άρχισε να ξετυλίγεται μπροστά μου η ιστορία του νησιού και της ευρύτερης περιοχής με τους Βυζαντινούς και τους Γενουάτες.
Για τη συγγραφή του βιβλίου, «Πορφυρένιο δάκρυ» κατέφυγα στον Παχυμέρη, στον Κάρολο Ντιλ, στην Αρβελέρ, στον Παπαρρηγόπουλο, στον Γιώργο Λεονάρδο, και σε μεμονωμένα άρθρα για τους Μογγόλους, τις Ελληνίδες πόλεις της Μαύρης θάλασσας, τα πλοία εκείνης της εποχής, τους Γενουάτες, τη Λιγουρία.
21ος αιώνας versus παρελθόντος. Πόσο εύκολο είναι για έναν συγγραφέα που ζει στο σήμερα να περιγράφει μια μακρινή περίοδο και πώς ξεπερνιούνται οι όποιες δυσκολίες;
Πραγματικά είναι δύσκολο και επίπονο να περιγράψεις καταστάσεις και πράγματα μιας άλλης εποχής. Θέλησα να είμαι όσο ήταν δυνατόν ακριβής στον τρόπο ζωής τους, στα ρούχα που φορούσαν, στα φαγητά που έτρωγαν. Το κατάφερα μετά από μελέτη και αναζήτηση εικόνων κάτι που με έκανε σχεδόν να ταυτιστώ με τους ήρωες που περιέγραφα εκείνη τη στιγμή.
Στα πλαίσια της κοσμικής ισορροπίας, πολλοί ισχυρίζονται ότι ο κύκλος πρέπει να κλείσει με την επικράτηση του καλού και δικαίου. Ισχύει αυτή η άποψη και στη λογοτεχνική οπτική;
Η επικράτηση του καλού και του δίκαιου είναι μια ουτοπική προσέγγιση της ίδιας της ζωής. Στα βιβλία μου προσπαθώ να απεικονίζω όσο μπορώ την πραγματικότητα, χωρίς να υπερβάλω στην αισιοδοξία ή τον πεσιμισμό. Γι’ αυτό άλλες φορές επικρατεί το καλό και το δίκαιο και άλλες η αδικία και η συμφορά. Αυτό διαφέρει ανάλογα με τον ψυχισμό του συγγραφέα.
Το «Πορφυρένιο Δάκρυ» δεν είναι το πρώτο σας βιβλίο. Από τις Εκδόσεις Έξη κυκλοφορούν ήδη το «Θυμήσου να ζήσεις» και «Μαριάνθη, η σιωπή της προδοσίας». Πώς επιλέγετε το θέμα του κάθε βιβλίου σας; Είναι μια στιγμιαία ιδέα που αναπτύσσεται αργότερα ή οδηγείστε με βάση τις προηγούμενες δημιουργίες σας;
Το πρώτο μου βιβλίο, “Μαριάνθη, η σιωπή της προδοσίας “, γράφτηκε σε ώρες δύσκολες για μένα , όταν η προηγούμενη ζωή μου είχε ανατραπεί. Βρέθηκα μόνη σε ξένη χώρα, χωρίς φίλους και συγγενείς και για να ισορροπήσω έφτιαξα τους δικούς μου. Ανακάλεσα στη μνήμη ιστορίες που πλανιόταν στα στενά του χωριού μου, τις ανάπλασα, τις μοντάρισα, τις στόλισα και έφτιαξα το βιβλίο μου. Όσο για τα επόμενα, αναφέρω παραπάνω τον τρόπο και λόγο δημιουργίας τους.
Υπάρχει κάποιος ήρωας ή στοιχείο σε κάποιο από τα βιβλία σας που θεωρείτε, είτε ότι δεν θα προχωρούσατε ποτέ σε κάποια αλλαγή, είτε ότι θα αφαιρούσατε;
Για τους περισσότερους ήρωες δεν θα άλλαζα τίποτα. Μόνο για το Γενουάτη άρχοντα Ρενάτο Φαμπιάνι, τον κακό στο «Πορφυρένιο δάκρυ», θα πρόσθετα στο τέλος το μαρτύριο του πριν ξεψυχήσει και τον αναλογισμό όσων δεινών είχε επιφέρει στους δικούς του ανθρώπους.
Η συγγραφική σας ιδιότητα επηρεάζει τα κριτήρια με τα οποία επιλέγετε ένα βιβλίο με τον ρόλο της αναγνώστριας;
Από μικρό παιδί, με θυμάμαι από την τετάρτη Δημοτικού να ξεσκονίζω βιβλιοθήκες. Η ανάγνωση βιβλίων ήταν και είναι μια ανάγκη για μένα. Με την πάροδο των χρόνων διαπίστωσα πως οι προτιμήσεις μου έχουν αλλάξει. Όταν στην εφηβεία διάβασα κλασσικούς, με κούρασαν και σχεδόν δεν κατάλαβα τίποτα. Όταν τους ξαναδιάβασα στα χρόνια της ωριμότητας, υποκλίθηκα στο μεγαλείο τους. Όχι, η συγγραφική μου ιδιότητα δεν με επηρέασε. Με επηρέασε η ανάγνωση βιβλίων και με έκανε κάπως δύσκολη και εκλεκτική.
Εάν το αναγνωστικό κοινό ήθελε να συγκρατήσει στη μνήμη του τρία βασικά χαρακτηριστικά των βιβλίων σας, ποια θα ήταν αυτά;
Στα βιβλία μου όπως αναφέρω παραπάνω, προσπάθησα να περιγράψω τη ζωή και τους χαρακτήρες των ηρώων όπως πραγματικά θα μπορούσαν να είναι και στην πραγματικότητα. Με τις καλές και τις καλές στιγμές, με τα πάθη, τις αδυναμίες, τον τρόπο ζωής εκείνης της εποχής, τις ατυχίες, τις ευκαιρίες, όλα όσα συνθέτουν έναν οργανωμένο τρόπο ζωής. Και εκείνο που πρέπει να συγκρατήσουν είναι πως τα απέδωσα με ειλικρίνεια, πιστότητα και σεβασμό στην ανθρώπινη ύπαρξη, στα μέτρα του εφικτού.
Σας ευχαριστούμε πολύ για τη συνομιλία μας και την παρουσία σας στο Writer’s Gang.
Ε. Σ. Σας ευχαριστώ που μου δώσατε την ευκαιρία να επικοινωνήσω μαζί σας σκέψεις και απόψεις σχετικά με τα βιβλία μου.
Ισμήνη Χαρίλα
www.writersgang.com