Η Μάρθα Πατλάκουτζα συνομιλεί με την Κλειώ Τσαλαπάτη για «Το μερτικό των αγγέλων»

Την αγαπητή κ. Πατλάκουτζα είχα την χαρά να την γνωρίσω πρώτα προσωπικά στην παρουσίαση του εξαίρετου μυθιστορήματός της από τις εκδόσεις Έξη «Μερτζανή Το Δάκρυ Της Θράκης» πριν από τρία χρόνια. Ακολούθησε η “γνωριμία” μου με αυτό το ανεπανάληπτο, συγκινητικό βιβλίο της, το οποίο αναφέρεται σε μία εποχή και σε ένα κομμάτι της Ελληνικής Ιστορίας που αγνοούσα έως τότε, χαρίζοντάς μου μία πρωτοφανή και αλησμόνητη αναγνωστική εμπειρία. Φέτος, με την αφορμή της έκδοσης του νέου, εξαιρετικού μυθιστορήματός της «Το Μερτικό Των Αγγέλων» από τις ίδιες αγαπημένες εκδόσεις, η εξαίρετη συγγραφέας απάντησε στο ερωτηματολόγιο των «Φίλων Της Λογοτεχνίας» για την αγάπη της για την λογοτεχνία, για την συγγραφή αλλά και για πολλά άλλα. Την ευχαριστώ θερμά για το χρόνο που διέθεσε απαντώντας στις ερωτήσεις μου, της εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία στο νέο της μυθιστόρημα, αλλά και στο συνολικό συγγραφικό της έργο, και σας προσκαλώ να διαβάσετε τις απαντήσεις της ώστε να γνωρίσετε κι εσείς λίγο καλύτερα την αγαπητή Μάρθα Πατλάκουτζα!

 

1) Αγαπητή κ. Πατλάκουτζα, τις θερμές μας ευχές για το νέο, εκπληκτικό μυθιστόρημά σας που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Έξη, με τίτλο «Το Μερτικό Των Αγγέλων». Ποιό ήταν το έναυσμα για την ενασχόλησή σας με τον κόσμο της λογοτεχνίας και το αντικείμενο της συγγραφής;

Όλα ξεκίνησαν από μια ιδέα που προέκυψε από ένα μικροατύχημα. Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή… Δεν θυμάμαι πότε άρχισα να φτιάχνω στο μυαλό μου ιστορίες, όμως είχε φτάσει σε σημείο να γίνει μια εμμονή. Συγκεκριμένα, το καλοκαίρι του 2012 η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο, καθώς σε μια ποδηλατάδα μου ένα ζεστό απόγευμα κόντεψα να πέσω σε ένα χαντάκι, γιατί η προσοχή μου άνηκε στα γλαρόπουλα που πετούσαν στη θάλασσα κι όχι στον ανώμαλο χωματόδρομο. Εκεί, συνειδητοποίησα πως αντί να αφήνω τις ιστορίες να πιάνουν τεράστιο χώρο στο κεφάλι μου, θα ήταν προτιμότερο -και πιο ασφαλές- να τις αποτυπώσω στο χαρτί.

2) Από πού αντλείτε την έμπνευση για κάθε έργο σας και κάθε χαρακτήρα και πόσο δύσκολο είναι να σταχυολογήσετε τις απαραίτητες πληροφορίες, όταν αυτές απαιτούνται, ώστε να συνδυάσετε τυχόν ιστορικά γεγονότα, τόπους και μυθοπλασία στα βιβλία σας;

Η έμπνευση έρχεται από τη ζωή. Πάντα τη θεωρώ τη μεγαλύτερη πλανεύτρα και όχι απαραίτητα πιστή κι έντιμη. Έχει τον τρόπο της να με εκπλήσσει. Ο χαρακτήρας των βιβλίων μου είναι άνθρωποι που έχουν ζήσει με τον δικό τους τρόπο τις στιγμές τους πάνω στη γη. Τις επιπλέον πληροφορίες αντλώ μέσα από την έρευνα στις βιβλιοθήκες και από συζητήσεις με ανθρώπους που έζησαν τα γεγονότα στους τόπους που συνέβησαν όλα.

3) Συνήθως, οι περισσότεροι συγγραφείς είτε έχουν σπουδάσει κάποιο αντικείμενο, είτε ασκούν ως επάγγελμα κάτι εντελώς διαφορετικό από την συγγραφική τους ιδιότητα. Θα θέλατε να μας μιλήσετε σχετικά με αυτό και να μας πείτε πόσο αρμονικός είναι ο συνδυασμός όλων αυτών και κατά πόσο αλληλοεπηρεάζονται οι επιμέρους ιδιότητές σας;

Έχετε απόλυτο δίκιο. Κι εγώ σπούδασα στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στα 18 μου είχα χαράξει τη ρότα μου, ήθελα να γίνω δασκάλα κι έγινα. Από τότε με τα παιδιά μου πλάθουμε ιστορίες… Συχνά πιάνω τον εαυτό μου να αφηγείται ιστορίες που καθηλώνουν τα ζουζούνια μου. Ταπεινά, πιστεύω πως ο ένας ρόλος μου συμπληρώνει τον άλλο. Ο δάσκαλος οφείλει στους μαθητές του να δημιουργεί λόγο και γραφή, αλλά και ο συγγραφέας κατά έναν μεγάλο βαθμό περνάει τα μηνύματά του στον αναγνώστη, βοηθώντας τον να καταλάβει και να εμβαθύνει.

4) Έχετε συμπεριλάβει ποτέ στα βιβλία σας κάποια προσωπικά σας βιώματα; Εάν έχει συμβεί αυτό ποτέ, πόσο ανώδυνη, ή επώδυνη ήταν η αντικειμενική προσέγγισή τους συγγραφικά;

Σε όλα τα βιβλία μου υπήρχε ισχυρό το προσωπικό μου βίωμα και οφείλω να ομολογήσω πως δεν είναι πάντα το πιο εύκολο κομμάτι. Απαιτεί ξενύχτια και ψυχικά ξεκαθαρίσματα. Όμως όταν ξεπερνώ αυτό το στάδιο, έρχεται η λύτρωση.

5) Στο νέο σας μυθιστόρημα, όπως και στο εξαιρετικό προηγούμενο βιβλίο σας με τίτλο «Μερτζανή – Το Δάκρυ Της Θράκης», πραγματεύεστε μία πραγματική ιστορία, βγαλμένη μέσα από τη ζωή, με πολλά ιστορικά στοιχεία. Ποιά θεωρείτε ως την πιο σημαντική, ίσως και ανεξάντλητη, “πηγή ιδεών” για έναν συγγραφέα;

Σίγουρα, και ξεκάθαρα την ίδια τη ζωή.

6) Πιστεύετε πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο για τη συγγραφή ενός βιβλίου, ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο, η φαντασία και οι εμπειρίες του συγγραφέα;

Δεν μπορώ να εκφράσω γενική άποψη, παρά μόνο προσωπική και σύμφωνα με τα δικά μου πιστεύω ο συγγραφέας ξεκινά από κάποιο συγγραφικό κάλεσμα που κουβαλά μέσα του, αλλά θέλει μεγάλη επιμονή, ατέλειωτες ώρες πάνω από το χαρτί, και τεράστια υπομονή για να δουλέψει ξανά και ξανά τα κείμενά του έτσι ώστε η τελική μορφή τους να τον ικανοποιήσουν. Κι επίσης, οι σπουδές πάντα βοηθούν να αναπτύξει οποιαδήποτε δεξιότητα έχει κάποιος κλίση.

7) Υπάρχει κάποιο μοτίβο ως προς το πότε σας “επισκέπτεται” η συγγραφική σας  έμπνευση; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ώρα, διάθεση, ή τόπος ίσως, που να σας προδιαθέτει να γράψετε, ή είναι κάτι που “ρέει” αβίαστα από μέσα σας συνέχεια;

Κυκλοφορώ μόνιμα με ένα μπλοκάκι. Το ερέθισμα μπορεί να δοθεί από μια εικόνα, μία έκφραση, μια λέξη που θα αρπάξει το αυτί μου. Κι επειδή δεν εμπιστεύομαι απόλυτα τη μνήμη μου, σπεύδω να το καταγράψω. Αυτό το στοιχείο μπορεί να μου δώσει μια σκηνή ή και ένα ολόκληρο κεφάλαιο σε ένα βιβλίο. Η γραφή είναι ξεκούραση, είναι ανάπαυση ψυχής για μένα.

8) Όταν ολοκληρώνετε ένα νέο μυθιστόρημά σας αρκείστε στη δική σας μόνο γνώμη και αξιολόγηση, πριν προχωρήσετε στην έκδοσή του, ή αναζητάτε πρώτα την άποψη κάποιου οικείου σας προσώπου την κρίση του οποίου εμπιστεύεστε;

Η πρώτη που βλέπει τα κείμενά μου είναι η αδερφή μου. Είναι αυστηρή, και την ευχαριστώ που μου λέει πάντα αλήθειες και με κάνει να διορθώνω σημεία που «κλοτσάνε». Στη συνέχεια οι φίλες μου αναλαμβάνουν να το κοσκινίσουν.

9) Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για το νέο σας βιβλίο και, γιατί όχι, την ιστορία “πίσω από την ιστορία” που σας οδήγησε στη συγγραφή του;

«Το Μερτικό Των Αγγέλων» είναι η ιστορία ενός άντρα, που έζησε τον προηγούμενο αιώνα, εγωιστής, δοτικός, ιδιόρρυθμος, ανατρεπτικός, μποέμ. Ήταν ένας αλήτης της καρδιάς. Ήθελε να πάθει, για να μάθει ποιος είναι. Στον χαρακτήρα του ταυτίζουμε και δικά μας στοιχεία και επιθυμίες, που όμως δεν έχουμε τολμήσει να τα ζήσουμε. Εκείνος τόλμησε. Η ζωή είναι μοιρασιά και ο Κωσταντής διεκδίκησε το μερτικό του. Και κάποια στιγμή χρόνους πολλούς μετά, το απέκτησε.

10) Η συγγραφέας Μάρθα Πατλάκουτζα βρίσκει το χρόνο να διαβάζει για δική της ευχαρίστηση και όχι μόνο για έρευνα πάνω σε κάποιο μελλοντικό βιβλίο της; Εφόσον συμβαίνει αυτό, ποιό είδος λογοτεχνίας προτιμάτε περισσότερο ως αναγνώστρια και γιατί;

Λατρεύω το διάβασμα. Μου αρέσει να έχω τριγύρω μου στοίβες βιβλίων. Ανάμεσά τους νιώθω λες κι έχω μια μόνιμη συντροφιά ψυχής. Προτιμήσεις δεν έχω. Όλα, μα όλα τα βιβλία έχουν κάτι να πουν και κάτι να μου δώσουν. Δεν μπορώ να τα ξεχωρίζω σε κατηγορίες π.χ. αστυνομικά, αισθηματικά. Για μένα είναι όλα βιβλία, άρα το παρεάκι μου.

11) Θυμάστε το πρώτο σας ανάγνωσμα το οποίο σας “παρέσυρε” στον κόσμο της λογοτεχνίας; Θεωρείτε ότι έχετε δεχθεί επιρροές από κάποιους ομότεχνούς σας, έλληνες ή ξένους, σύγχρονους ή κλασσικούς, στο δικό σας τρόπο γραφής, ύφους ή θεματολογίας;

Ξεκίνησα από το βιβλίο του Φρέντυ Γερμανού «Τζίμι, πάρε ένα φιστίκι, όβερ!» στη δεκαετία του 1970. Ήταν ένα βιβλίο με αστείο εξώφυλλο. Το βρήκα στην τεράστια βιβλιοθήκη του ξαδέρφου μου. Αυτό ήταν. Έρωτας με την πρώτη σελίδα. Τα βιβλία τότε ήταν ακριβά, ένα είδος πολυτελείας. Οι βιβλιοθήκες βοηθούσαν τον κόσμο κι εμένα να έχω πρόσβαση σε παλιούς τίτλους βιβλίων. Θυμάμαι το 1980 να βαστώ στα χέρια μου βιβλίο του 1950, κιτρινισμένο από την πολυκαιρία και το χοντρό πράσινο εξώφυλλο να έχει πιάσει μούχλα. Το εντυπωσιακό ήταν πως μόλις άρχιζα να το διαβάζω ζωντάνευε και γινόταν σαν καινούριο. Αυτή είναι και η μαγεία των βιβλίων.

Με τους παλιούς συγγραφείς μεγάλωσα. Τους αποκαλούν κλασσικούς. Τους θεωρώ μεγάλους και αυτοί μου έδωσαν την ταυτότητα μου ως αναγνώστρια.

12) Ποιά είναι τα αγαπημένα σας βιβλία και συγγραφείς; Από την ελληνική και παγκόσμια λογοτεχνία υπάρχει κάποιο βιβλίο το οποίο έχετε λατρέψει,  το οποίο “ζηλεύετε” ως λογοτεχνικό έργο και θα θέλατε, ή ονειρεύεστε να έχετε συγγράψει εσείς;

Αχ… Ποιον να πρωτοαναφέρω!!! Νίκος Καζαντζάκης, Βασίλης Βασιλικός, Παπαδιαμάντης, Διδώ Σωτηρίου, Ουγκό, Ντίκενς και πολλοί άλλοι !!! Αξεπέραστοι!! Δε νομίζω ποτέ πως θα φτάσω τη γραφή τους, τα μηνύματά τους, τις προσωπικότητές τους.

13) Πιστεύετε πως ο συγγραφέας πρέπει να ταξιδεύει ώστε να έχει κάποια βιώματα από τις χώρες και τις τοποθεσίες τις οποίες, τυχόν, περιγράφει στα βιβλία του και πόσο εφικτό είναι αυτό στην πράξη κατά τη γνώμη σας; Είναι απαραίτητο κάτι τέτοιο, απλά και μόνο, για την “διεύρυνση των οριζόντων” του;

Σίγουρα τα ταξίδια σου μαθαίνουν πολλά, μα πάρα πολλά. Αλλά χρειάζεται ο άνθρωπος να γίνει το σφουγγάρι που θα ρουφήξει βιώματα και εικόνες, για να τα μετουσιώσει σε μια ιστορία που μπορεί να σταθεί σε ένα βιβλίο. Τα ταξίδια σου προσφέρουν τη διαφορετικότητα για να βρεις ποιος είσαι. Να βρεις τη θέση σου στον πλανήτη και να κατανοήσεις πως είσαι ένας απειροελάχιστος κόκκος μιας πραγματικότητας που κατά βάθος δε σου ανήκει, αλλά και δεν είναι απαραίτητο να στεναχωριέσαι γι’ αυτό. Σε μαθαίνουν να αποδέχεσαι την αλήθεια που υπάρχει, και όχι αυτή που έχεις πλάσει εσύ με το μυαλό σου.

14) Θεωρείτε ότι ο συγγραφέας θα πρέπει να ασχολείται με διαφορετικά είδη λογοτεχνίας και να “πειραματίζεται” θεματολογικά, ρισκάροντας το υπάρχον αναγνωστικό του κοινό, ή θα όφειλε να εμμένει στο είδος που τον έχει καθιερώσει;

Δεν υποστηρίζω τα «πρέπει» στη συγγραφή. Αυτές οι διαχωριστικές γραμμές έχουν να κάνουν με τις φιλολογικές αναλύσεις, που χρειάζονται κι έχουν την ωφελιμότητά τους, αλλά για τον δημιουργό είναι σαν να έχει μια λαιμητόμο πάνω από το κεφάλι του. Ο συγγραφέας είναι όπως όλοι οι άνθρωποι. Είναι σίγουρο πως θα ψαχτεί, θα βρει τι είναι αυτό που μιλάει στη δική του ψυχή και με αυτό θα επικοινωνήσει με τους αναγνώστες. Αρκεί να έχει τη δύναμη να το πράξει.

15) Πιστεύετε πως οι συγγραφείς οφείλουν να προβληματίζουν τους αναγνώστες “αφυπνίζοντας” τη σκέψη τους, ή ο σκοπός των βιβλίων τους θα έπρεπε να είναι απλά και μόνο ψυχαγωγικός; Εσείς, ποιά μηνύματα επιδιώκετε να “περάσετε” στους αναγνώστες σας και σε ποιό είδος αναγνωστικού κοινού, συνήθως, απευθύνεστε μέσα από το συγγραφικό έργο σας;

Είτε προβληματίζουν, είτε ψυχαγωγούν, ωφελούν με τον τρόπο τους την ψυχή του αναγνώστη, άρα και οι δυο στόχοι είναι χρήσιμοι να υπάρχουν στα βιβλία. Προσωπικά επιδιώκω και τα δυο. Αν ο αναγνώστης δεν απολαύσει το ταξίδι του βιβλίου μου, πως θα φτάσω στη σκέψη του για να του μιλήσω; Πώς θα τον κάνω να δεχθεί να με ακούσει εάν δεν τον κάνω να το ευχαριστηθεί;

16) Θεωρείτε πως η σύγχρονη πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει  πηγή έμπνευσης για έναν συγγραφέα και, ειδικότερα, οι τόσο δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε τελευταία στην πατρίδα μας; Ή μήπως το ζητούμενο από τους αναγνώστες είναι ακριβώς η “φυγή” από αυτήν την ζοφερή πραγματικότητα;

Η σύγχρονη πραγματικότητα δημιουργεί όλους εμάς και είμαστε διαφορετικοί. Υπάρχουν στιγμές που αναζητούμε τη «φυγή» και άλλες που θέλουμε να νιώσουμε πως δεν είμαστε μόνοι στο παρόν μας. Ανάλογα με τις ανάγκες μας, αντλούμε και την έμπνευση. Είμαι οπαδός της ιστορίας -λαός που δεν ξέρει την ιστορία του είναι ένα άρριζο δεντρί- κι έχω μια ξεκάθαρη κι απόλυτη προτίμηση στο παρελθόν, αλλά με απώτερο στόχο να το ανακαλύψω, να μάθω από αυτό, να το συγκρίνω, να το εντάξω στο παρόν μου.

17) Στην σύγχρονη πραγματικότητα και στην εποχή της άκρατης τεχνολογίας ποιά θεωρείτε πως είναι η θέση του λογοτεχνικού βιβλίου; Περνάει τελικά το βιβλίο κρίση στη χώρα μας ή διεθνώς και τί θα μπορούσαμε να κάνουμε ώστε να γίνει πιο προσιτό στο αναγνωστικό κοινό και ιδιαίτερα στους νέους;

Η φιλαναγνωσία είναι θέμα παιδείας και κουλτούρας του κάθε λαού. Δεν μπορούμε να ζητάμε από τα μικρά παιδιά και νέους να διαβάσουν, να ασχοληθούν με τα βιβλία όταν εμείς οι ενήλικες περνούμε ατέλειωτες ώρες μπροστά στον υπολογιστή και στην τηλεόραση. Στη Γαλλία έχουν παράδοση οι οικογένειες να αφιερώνουν ώρα βιβλίου. Σε αυτή όλη η οικογένεια διαβάζει ότι την ενδιαφέρει με ησυχία και προσήλωση.

Στην Ελλάδα η αγορά βιβλίου, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, έχει πληγεί και είναι λογικό. Όμως, ταυτόχρονα, έχει παρατηρηθεί πως οι καινούριοι τίτλοι βιβλίων είναι σημαντικά αυξημένοι. Το αισιόδοξο μήνυμα είναι πως με τη συγγραφή βιβλίων προάγεται ο πολιτισμός, κι όταν έχουμε μεγάλη πνευματική δημιουργία, θα τον βρούμε τον δρόμο μας, τουλάχιστον σε επίπεδο πολιτισμού.

Το εάν θα μπορεί ο κόσμος να αγοράσει το βιβλίο ξανά και ξανά έχει να κάνει με την παρούσα οικονομική κατάσταση.

Οι γονείς, και είναι αξιέπαινοι γι’ αυτό, μπορεί να μην αγοράζουν για τους ίδιους βιβλία, αλλά για τα παιδιά τους θα κάνουν τα αδύνατα, δυνατά για να τους προσφέρουν έστω κι ένα. Μόνο θα ήθελα να δώσω μία φιλική συμβουλή: τα μικρά παιδιά δεν έχουν αναγνωστικά φίλτρα και μπορεί να διαβάσουν κάτι που να τους κάνει κακό. Οι ενήλικες είναι υπεύθυνοι για το τι φτάνει στα παιδικά χεράκια, αυτάκια, ματάκια.

18) Είχατε κάποιους “ενδοιασμούς” όταν αποφασίσατε να δώσετε το πρώτο σας βιβλίο προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς την αποδοχή που θα τύχαινε αυτό από το αναγνωστικό κοινό; Η θεματολογία των βιβλίων σας, πιστεύετε πως παίζει τον δικό της ρόλο στην αποδοχή αυτή;

Το πρώτο μου βιβλίο το έγραψα με αφορμή τις συζητήσεις που είχα με δυο φίλες μου. Δεν πίστευα πως θα εκδοθεί. Εκείνες με πίεσαν και αποδείχτηκε πως είχαν δίκιο. Από το πρώτο βιβλίο μέχρι κι αυτό που γράφω τώρα, δεν έχω τηρήσει την ίδια θεματολογία. Κάθε βιβλίο μου είναι διαφορετικό με το προηγούμενο, αλλά και με το επόμενο. Ο μόνος κοινός τους άξονας είναι πως σε αυτά ζωντανεύουν αληθινές ιστορίες, που όμως έγιναν βιβλία χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα και μυθοπλαστικά στοιχεία.

19) Εσείς, με την έως τώρα πείρα σας στον χώρο της συγγραφής, τί θα συμβουλεύατε όλους τους νέους επίδοξους συγγραφείς, που ονειρεύονται να δουν κάποτε ένα βιβλίο τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων και, ιδιαίτερα, εν μέσω αυτής της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας;

Να επιμείνουν, να γράφουν συνέχεια, να διορθώνουν συνέχεια, να διαβάζουν πάρα πολύ βιβλία. Αν αγαπούν αυτό που κάνουν, να μην το εγκαταλείψουν ποτέ.

20) Κλείνοντας και, αφού σας ευχαριστήσω θερμά για την τιμή της παραχώρησης  αυτής της συνέντευξης, θα ήθελα να σας ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία σε όλα σας τα βιβλία και ειδικότερα, στο νέο  μυθιστόρημά σας «Το Μερτικό Των Αγγέλων», και να σας ρωτήσω για τα άμεσα συγγραφικά σας σχέδια. Τί να περιμένουμε από εσάς στο μέλλον;

Είναι δική μου χαρά και τιμή να συνομιλώ με την εξαιρετική Κλειώ Τσαλαπάτη και την ευχαριστώ θερμά για τη φιλοξενία της στους «Φίλους της Λογοτεχνίας».

Αυτή τη στιγμή ολοκληρώνω τη συγγραφή ενός βιβλίου που πραγματεύεται τον βίο ενός συναρπαστικού ιστορικού προσώπου του 19ου αιώνα, ενώ παράλληλα επεξεργάζομαι την ιστορία ενός ανθρώπου που ήξερε μόνο να προσφέρει.

Σε αυτό το σημείο θέλω να πω ένα τεράστιο ευχαριστώ στην Ισμήνη Λαμπροπούλου και στον Γιώργο Κοντογιάννη, τους ανθρώπους που δημιούργησαν τις Εκδόσεις Έξη και πάντα στηρίζουν το έργο μου, δίνουν το μεράκι τους και την αγάπη τους σε κάθε μας βιβλίο!!!! Ευχαριστώ όλους εσάς τους αναγνώστες κι εύχομαι να κάνετε πολλά και όμορφα ταξίδια μέσα από τα βιβλία!!

Κλειώ Τσαλαπάτη

https://filoithslogotexnias.blogspot.gr/2017/07/blog-post_31.html

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *