Μετά από μία δύσκολη περίοδο, κατά την οποία βίωσε μία κρίση η σχέση μου με τα βιβλία, κάνω ένα αναγνωστικό come back -δείξτε επιείκεια στην όποια λακωνικότητά μου- με το νέο βιβλίο του συγγραφέα Αλέξη Σάλτη, με τίτλο ”Σκιές που χορεύουν”, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Έξη καί υπηρετεί ένα πολύ αγαπημένο μου είδος, αυτό της αστυνομικής λογοτεχνίας. Μία πρώτη γνωριμία με την πένα του συγγραφέα, μέσω της οποίας ”έπεσαν” τα αρχικά καί γερά θεμέλια για μία ικανοποιητική, μελλοντική σχέση αναγνώστριας – συγγραφέως. Μα, καλύτερα, ας μην μακρυγορώ άλλο καί ας περάσω στο βιβλίο καθεαυτό.
Πιάνοντας, λοιπόν, στα χέρια μου το βιβλίο, προτού καν αρχίσω την ανάγνωσή του, οφείλω να ομολογήσω πως με προδιέθετε θετικά όλη αυτή η νουάρ καί άκρως αγωνιώδης ”εσάνς” που εξέπεμπε τόσο ο τίτλος του ”Σκιές που χορεύουν”, όσο καί ο συνδυασμός της εικόνας που κοσμεί το εξώφυλλο σε συνδυασμό με τον αινιγματικό υπότιτλο που το συνοδεύει. ”Πόσες φορές μπορείς να ξεγελάσεις τον ίδιο σου τον εαυτό;” Αλήθεια, πόσες; Καί μέχρι πότε μπορεί να στεφθεί αυτή σου η κίνηση με επιτυχία, πριν να δεχθείς το ”τελειωτικό” χτύπημα;
”Η Άννα πιστεύει πως το να είσαι η κόρη του Σταύρου Βερώνη, ενός μεγιστάνα του υποκόσμου, σίγουρα σε καθιστά υποψήφιο θύμα για πολλούς. Αλλά, όταν ερωτεύεται τον Άλκη, νιώθει πως επιτέλους μπορεί να απελευθερωθεί ολοκληρωτικά από το βαρύ της επώνυμο. Ο Άλκης κατανοεί τη δύναμη που του παρέχει η εξωτερική του εμφάνιση και αποφασίζει να την εκμεταλλευτεί, μαζί και τους ανθρώπους που τον περιβάλλουν. Ο Σάββας θα παρασυρθεί σε έναν άγνωστο και επικίνδυνο για αυτόν κόσμο. Ο λαθρέμπορος Μπλαγκόι, αναζητά εκδίκηση με κάθε τρόπο. Ο Κρανής, ένας βίαιος αλκοολικός, αφήνει το βαρύ παρελθόν του να τον κυριεύσει ξανά. Ανόμοιοι μεταξύ τους χαρακτήρες εμπλέκονται σε μια σειρά απρόβλεπτων καταστάσεων, που κάθε τους βήμα ανατρέπεται από το αναπάντεχο. To σίγουρο είναι πως κάποιος ή κάποιοι πρέπει να πεθάνουν.” (Περίληψη οπισθοφύλλου)
Είναι αλήθεια πως εκ πρώτης όψεως, διαβάζοντας την ανωτέρω περίληψη, έχουμε μία αρχική -λανθασμένη όπως αποδεικνύεται στην πορεία- αντίληψη πως θα διαβάσουμε κάτι που έχουμε ξαναβρεί σε προηγούμενα βιβλία του ίδιου είδους. Όμως, ο συγγραφέας μας διαψεύδει καί μας προσφέρει μία ιστορία ενδιαφέρουσα, μυστηριώδη, καλοδουλεμένη με αρχή, μέση καί τέλος, την οποία ”ζωντανεύουν” οι αληθοφανείς χαρακτήρες των προσώπων που θα περάσουν μπροστά μας.
”Ποιος ο θύτης, τελικά, και ποιο το θύμα; Όταν τα προσωπεία πέφτουν, οι σκιές θα αποκαλύψουν την αλήθεια και αυτός που κινεί τα νήματα ίσως και να μην καταφέρει να γλιτώσει.”
Διαβάζοντας, λοιπόν, σελίδα-σελίδα το βιβλίο, μπορώ να πω πως οι ανατροπές διαδέχονταν η μία την άλλη, μην μπορώντας έτσι να βγάλω σαφή συμπεράσματα για το πού οδηγούμασταν. Αυτό το συνεχές ”κυνηγητό” της αποκάλυψης της αλήθειας, σαν άλλο παιχνίδι μεταξύ της γάτας καί του ποντικιού, όχι μόνο δεν με κούρασε, μα με έκανε να μην θέλω να αφήσω το βιβλίο από τα χέρια μου. Έπρεπε να φτάσω στο τέλος. Αφήστε που αυτό το ευφυές παιχνίδι με την σκέψη μου λειτουργούσε σαν ένα άλλο ”αφροδισιακό” του νου μου.
Μην φοβάστε! Δεν θα παρασυρθώ από τις θετικές εντυπώσεις που μου άφησε το βιβλίο και δεν θα προδώσω κάτι που δεν πρέπει. Επιλέγω να ολοκληρώσω την αναφορά μου σε αυτό με μερικά ακόμη στοιχεία που με ικανοποίησαν όπως είναι η συνεχής, ομαλή ροή του λόγου του συγγραφέα, ο τρόπος που αβίαστα μας γεννούνται τα όποια συναισθήματα, καθώς καί το οξυδερκές χιούμορ του συγγραφέα, το οποίο δίνει μία ξεχωριστή νότα σε όλο το κείμενο.
Εν κατακλείδι, μπορώ να πω πως απήλαυσα κάθε στιγμή της ανάγνωσης καί πιστεύω πως είναι από εκείνα τα βιβλία που αξίζουν της προσοχής σας.
Κυριακή Γανίτη